Στον προθάλαμο καθυστερήσεων βρίσκεται η νέα παραχώρησης της Αττικής Οδού, καθώς το σχήμα Vinci – Μυτιληναίος – Mobility Partner, που έχει αναδειχθεί επιλαχών προτιμητέος επενδυτής, κατέθεσε προσφυγή στην Ενιαία Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων (ΕΑΔΗΣΥ), ζητώντας και αναστολή της διαδικασίας. Εφόσον, το αίτημα αναστολής γίνει αποδεκτό, τότε θα μπει «φρένο» στην εξέλιξη του διαγωνισμού, μέχρι τουλάχιστον να εξετασθεί η κύρια προσφυγή, σε απροσδιόριστο μέχρι στιγμής χρόνο.
Ο κύβος για τον διαγωνισμό ερρίφθη στα μέσα Σεπτεμβρίου οπότε το διοικητικό συμβούλιο του ΤΑΙΠΕΔ ανακήρυξε προτιμητέα επενδυτή τη ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, έναντι του θηριώδους τιμήματος των 3,27 δις. ευρώ για την 25ετή παραχώρηση υπηρεσιών για τη χρηματοδότηση, λειτουργία, συντήρηση και εκμετάλλευση της Αττικής Οδού.
Με πρωτοβουλία της ηγέτιδας της επιλαχούσας κοινοπραξίας, Vinci, που προσέφερε 3,106 δισ. ευρώ, για την απόκτηση της χρυσοφόρας σύμβασης, κατατέθηκε εντός του προβλεπόμενου χρονικού διαστήματος προσφυγή για ζητήματα που αφορούν στη χρήση ψηφιακών μέσων κατά τη διενέργεια του διαγωνισμού.
Η στρατηγική αυτή κίνηση από την πλευρά της κοινοπραξίας Vinci Highways – Vinci Concessions – Μυτιληναίος – Mobility Partner, φέρνει μία πρώτη δυσλειτουργία στην πορεία του διαγωνισμού προς την υπογραφή, η οποία ίσως οδηγήσει σε απροσδιόριστη καθυστέρηση, καθώς δεν μπορεί να αποκλειστεί προσφυγή της στη συνέχεια στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Υπενθυμίζεται ότι τα χρονικά περιθώρια για την υπογραφή της νέας σύμβασης παραχώρησης είναι ιδιαίτερα στενά, δεδομένου ότι η υφιστάμενη ολοκληρώνεται τον Οκτώβριο του 2024. Αυτό σημαίνει ότι οποιαδήποτε καθυστέρηση μπορεί να δημιουργήσει «κενό» μεταξύ των δύο συμβάσεων, εξέλιξη την οποία ξορκίζει εδώ και μήνες το ΤΑΙΠΕΔ, καθώς θέλει να ενισχύσει την αξιοπιστία του απέναντι στο επενδυτικό κοινό. Η όποια καθυστέρηση μπορεί να σημάνει ανάγκη κάλυψης του κενού από τον υφιστάμενο ανάδοχο του έργου.