Σύμφωνα με το ισχύον θεσμικό πλαίσιο, από 1.1.2027 προβλέπεται ο επαναπροσδιορισμός των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης ανά τριετία, βάσει της μεταβολής του προσδόκιμου ζωής του πληθυσμού. Ωστόσο, βάσει των επικαιροποιημένων αναλογιστικών και δημογραφικών δεδομένων, κρίνεται σκόπιμη η μετάθεση της πρώτης αναπροσαρμογής για χρονικό ορίζοντα έως το έτος 2030.
Εξέλιξη προσδόκιμου ζωής
Η εξέλιξη του προσδόκιμου ζωής αποτελεί τον καθοριστικό παράγοντα στη διαδικασία αναπροσαρμογής των ορίων συνταξιοδότησης.
Κατά την περίοδο 2010–2015, το προσδόκιμο ζωής παρουσίασε αύξηση περίπου ενός έτους.
Την περίοδο 2015–2020, ο δείκτης παρέμεινε ουσιαστικά αμετάβλητος, γεγονός που αποδίδεται κυρίως στις επιπτώσεις της πανδημίας COVID-19.
Τα προκαταρκτικά στοιχεία μετά το 2020 δεν αποτυπώνουν σημαντική ανάκαμψη, γεγονός που δεν δικαιολογεί αναπροσαρμογή των ορίων ηλικίας κατά την επόμενη τριετία.
Πολιτικο-διοικητικές παράμετροι
Η έγκριση και εφαρμογή αλλαγών στα όρια συνταξιοδότησης κατά το έτος 2027 θεωρείται επιχειρησιακά και πολιτικά δυσχερής, καθώς συμπίπτει με εκλογική χρονιά. Κατά συνέπεια, εξετάζεται το ενδεχόμενο μετακύλισης των σχετικών αποφάσεων στο δεύτερο εξάμηνο του 2026, με πρόβλεψη εφαρμογής μετά το 2030.
Θεσμικό και αναλογιστικό πλαίσιο
Η Εθνική Αναλογιστική Αρχή εκπονεί ανά τριετία μελέτη για την εξέλιξη των δημογραφικών μεγεθών και του προσδόκιμου ζωής, η οποία αποτελεί τη βάση για την έκδοση των σχετικών κανονιστικών πράξεων.
Στο πλαίσιο αυτό, αναμένεται ότι:
- Ο επαναπροσδιορισμός των ορίων θα είναι σταδιακός, με αύξηση 3–4 μηνών ετησίως, ώστε να διασφαλιστεί η ομαλή προσαρμογή.
- Οι αναλογιστικές παραδοχές θα επικαιροποιηθούν με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και της Eurostat, καθώς και τις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Δημογραφικοί δείκτες – Επιδράσεις
Οι κυριότεροι δείκτες που επηρεάζουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος είναι:
Δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων (old-age dependency ratio): Αυξανόμενη τάση, υποδηλώνοντας διεύρυνση του πληθυσμού άνω των 65 ετών έναντι του οικονομικά ενεργού πληθυσμού.
- Δείκτης γήρανσης: Εμφανίζει επιδείνωση, καθώς η αναλογία ηλικιωμένων προς νέους εργαζόμενης ηλικίας αυξάνεται.
- Δείκτης γονιμότητας: Παραμένει χαμηλός (περίπου 1,5 παιδί ανά γυναίκα), παρά τη μικρή βελτίωση που καταγράφεται.
Η συνδυασμένη επίδραση των ανωτέρω μεταβλητών ενισχύει την ανάγκη για σταδιακή, και όχι άμεση, προσαρμογή του συνταξιοδοτικού πλαισίου.
Ευρωπαϊκές αναφορές
Η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επισημαίνει ότι, μεσοπρόθεσμα, η θεσμοθετημένη ηλικία συνταξιοδότησης στην Ελλάδα ενδέχεται να διαμορφωθεί στα 67,5 έτη, έναντι 62 ετών με 40 έτη ασφάλισης που ισχύουν σήμερα. Η πρόβλεψη αυτή βασίζεται στη συνεχιζόμενη αύξηση του προσδόκιμου ζωής και στις αρνητικές δημογραφικές τάσεις.
Συμπεράσματα
Βάσει των μέχρι στιγμής δεδομένων:
- Δεν προκύπτει ανάγκη άμεσης αναθεώρησης των ορίων ηλικίας.
- Η διατήρηση των υφιστάμενων ορίων έως το 2030 κρίνεται δημοσιονομικά και κοινωνικά βιώσιμη.
- Οποιαδήποτε μελλοντική προσαρμογή θα πρέπει να πραγματοποιηθεί σταδιακά, με γνώμονα τη μακροπρόθεσμη ισορροπία του συνταξιοδοτικού συστήματος.