Η ΕΛΣΤΑΤ αποκαλύπτει ότι το 7% του πληθυσμού βίωσε ανεπάρκεια τροφής το 2023, ενώ το 1,6% έμεινε μέρες χωρίς φαγητό
Σοκαριστικά δεδομένα για την επισιτιστική ανασφάλεια στην Ελλάδα φέρνει στο φως η ΕΛΣΤΑΤ, καταδεικνύοντας ότι η ακρίβεια και η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος αφήνουν χιλιάδες πολίτες αντιμέτωπους με βασικές στερήσεις.
Σύμφωνα με την Έρευνα Επάρκειας Τροφής για το εισοδηματικό έτος 2023, το 7% του πληθυσμού της χώρας βίωσε μέτρια ή σοβαρή ανεπάρκεια τροφής, ενώ το 1,6% υπέφερε από σοβαρή ανεπάρκεια, δηλαδή βρέθηκε σε κατάσταση όπου τουλάχιστον μία μέρα μέσα στον χρόνο έμεινε χωρίς καθόλου τροφή λόγω έλλειψης χρημάτων ή πόρων.
Ανησυχητική στασιμότητα στα ποσοστά επισιτιστικής ανασφάλειας
Τα ποσοστά αυτά δείχνουν ανησυχητική αντοχή του φαινομένου τα τελευταία χρόνια:
-
Η μέτρια ή σοβαρή ανεπάρκεια τροφής κυμάνθηκε μεταξύ 6%-8% την περίοδο 2019-2023 (6,5% το 2022, 7% το 2023).
-
Η σοβαρή ανεπάρκεια διατηρήθηκε σε μέσο όρο 1,5%, με μικρές αυξομειώσεις (1,6% το 2020 και το 2023, 1,4% το 2021).
Παρά την οικονομική ανάκαμψη της χώρας, τα στοιχεία αυτά αναδεικνύουν ότι ο πληθυσμός που βρίσκεται στο όριο ή κάτω από το κατώφλι επισιτιστικής φτώχειας παραμένει σταθερός, πλήττοντας ιδιαίτερα ευάλωτα νοικοκυριά.
Τι σημαίνει «μέτρια» και τι «σοβαρή» ανεπάρκεια τροφής
Η έρευνα βασίζεται στην παγκόσμια τυπική κλίμακα FIES (Food Insecurity Experience Scale), που αποτυπώνει όχι μόνο το εισόδημα, αλλά και τις πραγματικές εμπειρίες στέρησης τροφής.
Ως μέτρια ή σοβαρή ανεπάρκεια ορίζεται η κατάσταση στην οποία τουλάχιστον ένα μέλος νοικοκυριού αναγκάστηκε, τους τελευταίους 12 μήνες, να παραλείψει γεύμα, να φάει λιγότερο από όσο χρειαζόταν, να πεινάσει χωρίς να φάει ή να μείνει χωρίς τροφή λόγω οικονομικής αδυναμίας.
Ενώ, ως σοβαρή ανεπάρκεια χαρακτηρίζεται η εμπειρία όπου μέλος νοικοκυριού πέρασε ολόκληρη ημέρα χωρίς φαγητό για τον ίδιο λόγο.
Η μέθοδος FIES υιοθετείται από διεθνείς οργανισμούς (FAO, ΟΗΕ) και επιτρέπει συγκρίσεις μεταξύ χωρών, αναδεικνύοντας τις κοινωνικές συνέπειες της ακρίβειας και της ανισότητας.