Η άνοδος του δολαρίου επαναφέρει πιέσεις στο ευρώ και τη στερλίνα – Τι δείχνουν οι βασικές ισοτιμίες της αγοράς συναλλάγματος
Η διεθνής αγορά συναλλάγματος κατέγραψε σημαντικές μεταβολές το πρωί της Πέμπτης 17 Ιουλίου, με κυρίαρχο χαρακτηριστικό την ενίσχυση του δολαρίου ΗΠΑ και την παράλληλη υποχώρηση των βασικών νομισμάτων, μεταξύ των οποίων το ευρώ και η στερλίνα.
Το ευρώ σημείωσε πτώση 0,34% έναντι του δολαρίου, διαμορφούμενο στα 1,1596 δολάρια, γεγονός που αντανακλά τις συνεχιζόμενες πιέσεις στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα λόγω της αβεβαιότητας στις ευρωπαϊκές αγορές και της αναμονής νέων στοιχείων για τον πληθωρισμό στη ζώνη του ευρώ.
Την ίδια στιγμή, η ισοτιμία του ευρώ έναντι άλλων νομισμάτων διαμορφώνεται ως εξής:
-
Στα 172,3250 γεν Ιαπωνίας, σημειώνοντας σταθερότητα με τάσεις αποδυνάμωσης,
-
Στο 0,8659 έναντι της στερλίνας, επίπεδο που δείχνει οριακή απώλεια,
-
Στο 0,9321 σε σχέση με το ελβετικό φράγκο, παραμένοντας σε διακύμανση λόγω της ενισχυμένης ζήτησης για «ασφαλή νομίσματα».
Η ενίσχυση του δολαρίου έναντι του γεν ξεπέρασε το 0,61%, με την ισοτιμία να φθάνει στα 148,6910 γεν, ενισχυμένη από την επιμονή της Τράπεζας της Ιαπωνίας στη διατήρηση χαμηλών επιτοκίων παρά τις παγκόσμιες πιέσεις.
Αρνητικά κινήθηκε και η στερλίνα, η οποία κατέγραψε πτώση 0,21% έναντι του δολαρίου, φθάνοντας στα 1,3388 δολάρια. Η υποχώρηση σχετίζεται με τις προσδοκίες της αγοράς για καθυστερήσεις στις επόμενες κινήσεις επιτοκίων από την Τράπεζα της Αγγλίας, εν μέσω μεικτών οικονομικών ενδείξεων από τη βρετανική οικονομία.
Τι σηματοδοτούν οι εξελίξεις
Η ενίσχυση του δολαρίου ερμηνεύεται ως αντανάκλαση της εμπιστοσύνης των επενδυτών στην αμερικανική οικονομία και ενδεχομένως στην επιμονή της Fed σε πολιτική αυστηρών επιτοκίων. Η πορεία του ευρώ επηρεάζεται αρνητικά από τις εντεινόμενες ανησυχίες για χαμηλότερη ανάπτυξη στην Ευρωζώνη, ενώ η στερλίνα παραμένει σε τροχιά αβεβαιότητας λόγω μικτής μακροοικονομικής εικόνας.
Στο επίκεντρο του επενδυτικού ενδιαφέροντος βρίσκονται οι ανακοινώσεις από την ΕΚΤ και την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, καθώς και τα νέα στοιχεία πληθωρισμού σε ΗΠΑ και Ευρώπη που θα επηρεάσουν τις βραχυπρόθεσμες ισοτιμίες.