Αιφνιδιασμό στις Βρυξέλλες προκάλεσε η ανακοίνωση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ για την επιβολή πρόσθετων δασμών σε φαρμακευτικά προϊόντα, βαρέα οχήματα και έπιπλα. Όπως σημειώνουν κοινοτικές πηγές, μόλις την Πέμπτη ο Επίτροπος Εμπορίου Μάρος Σέφτσοβιτς είχε πραγματοποιήσει συνάντηση με τον Αμερικανό ομόλογό του, σε κλίμα θετικό και χωρίς καμία ένδειξη επικείμενων μέτρων.
Χαρακτηριστική είναι η δήλωση Ευρωπαίου αξιωματούχου ότι «στις ΗΠΑ αποφασίζει ένα μόνο πρόσωπο», επισημαίνοντας πως «οι διαβεβαιώσεις που δίνονται ενδέχεται ανά πάσα στιγμή να ανατραπούν». Η εκτίμηση αυτή αντικατοπτρίζει το ευρύτερο σκεπτικό εντός ΕΕ, που βλέπει συνολική μετατόπιση της αμερικανικής πολιτικής – τόσο στο ουκρανικό ζήτημα όσο και στο πεδίο του εμπορίου.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε μια προσπάθεια περιορισμού των ανησυχιών, έδωσε στη δημοσιότητα κοινή δήλωση ΕΕ–ΗΠΑ, με σαφείς δεσμεύσεις για το ανώτατο όριο των δασμών. Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της Κομισιόν για θέματα Εμπορίου, Όλαφ Γκιλ, «οι ΗΠΑ προτίθενται να διασφαλίσουν ότι ο συνολικός δασμολογικός συντελεστής –αποτελούμενος από τον δασμό MFN (Most Favored Nation) και τον δασμό που επιβάλλεται βάσει του άρθρου 232 του Trade Expansion Act του 1962– για προϊόντα καταγωγής ΕΕ που υπόκεινται σε μέτρα άρθρου 232 (φαρμακευτικά προϊόντα, ημιαγωγοί, ξυλεία) δεν θα υπερβαίνει το 15 %».
Η Κομισιόν θεωρεί ότι η ύπαρξη ρητού ανώτατου ορίου 15 % προσφέρει θεσμική ασφάλεια στους ευρωπαίους οικονομικούς φορείς, αποτρέποντας τον κίνδυνο μονομερούς αύξησης δασμών. Όπως επισημαίνεται, η ΕΕ είναι ο μοναδικός εμπορικός εταίρος που έχει αποσπάσει τέτοια δέσμευση από την Ουάσιγκτον.
Την ίδια στιγμή, η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι δεν εκτιμά πως οι νέοι δασμοί συνιστούν ουσιαστική απειλή, τονίζοντας πως «η ΕΕ και οι ΗΠΑ συνεχίζουν να συνεργάζονται για την εφαρμογή των δεσμεύσεων της κοινής δήλωσης, εξετάζοντας περαιτέρω τομείς για απαλλαγές από δασμούς, καθώς και την ενίσχυση της θεσμικής συνεργασίας σε κρίσιμους κλάδους».