Μέχρι το 2035 κάτω από 100 % του ΑΕΠ; Η τολμηρή πρόβλεψη που αλλάζει τα πάντα – Αποπληρωμές 5 δισ. ετησίως, GLF «καθαρά», χρέος πεσμένο
Το 2026 η Ελλάδα φιλοδοξεί να μειώσει το δημόσιο χρέος σε επίπεδα αντίστοιχα με αυτά του 2009, πριν ξεσπάσει η κρίση, με βάση το προσχέδιο του επόμενου προϋπολογισμού. Σύμφωνα με το σχέδιο, το χρέος θα διαμορφωθεί στα 359 δισ. ευρώ, ποσοστό 137,6 % του ΑΕΠ, μια υποχώρηση 7,8 μονάδων έναντι του 2025, όταν το 2010 είχε ήδη ξεπεράσει το 147,8 % του ΑΕΠ.
Η βασική «κόντρα» που κινεί αυτή την αισιόδοξη πρόβλεψη είναι η πρόωρη αποπληρωμή μέρους των δανείων του πρώτου μνημονίου (GLF), που φέρουν κυμαινόμενο επιτόκιο. Το σχέδιο προβλέπει ότι τον Δεκέμβριο θα εξοφληθούν 5,29 δισ. ευρώ από δάνεια με λήξη μεταξύ 2033 και 2041. Ανάλογες κινήσεις είχαν ήδη γίνει τα προηγούμενα χρόνια: 7,935 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2024, 5,29 δισ. το 2023 και 2,645 δισ. το 2022.
Στόχος είναι να αποπληρωθούν αυτά τα δάνεια δέκα χρόνια νωρίτερα απ’ ό,τι προβλεπόταν (έως το 2031), με σκοπό τη μείωση τόσο του απόλυτου όγκου χρέους όσο και της αναλογίας του ως προς το ΑΕΠ. Η κυβέρνηση σκοπεύει να αξιοποιήσει την τρέχουσα σταθερότητα στα δημόσια οικονομικά και τις ευνοϊκές συνθήκες στις αγορές, ώστε να στείλει μήνυμα ότι η Ελλάδα δεν είναι πλέον δυνάμει χρεωμένη χώρα, αλλά μια οικονομία που αναλαμβάνει ενεργό ρόλο στη διαχείρισή της.
Τα άμεσα οφέλη της στρατηγικής
Η πρόωρη αποπληρωμή των GLF δανείων συνοδεύεται από πλειάδα ωφελειών: μείωση του κόστους τόκων, περιορισμό της δαπάνης εξυπηρέτησης χρέους, ενίσχυση αξιοπιστίας προς τις αγορές και τους οίκους αξιολόγησης, καθώς και περιορισμό του κινδύνου αναχρηματοδότησης σε περιόδους διεθνών αναταράξεων. Παράλληλα, η μείωση των δαπανών για τόκους θα δημιουργήσει δημοσιονομικό «χώρο» για άλλες αναπτυξιακές επενδύσεις.
Η προσδοκία του υπουργείου είναι ότι το χρέος θα υποχωρήσει κάτω από 100 % του ΑΕΠ έως το 2035. Οι προβλέψεις του ΔΝΤ για το 2030 εκτιμούν 125 % του ΑΕΠ, επίπεδο χαμηλότερο από την Ιταλία, και θεωρούν ότι η ελληνική οικονομία έχει ήδη θέσει τις βάσεις για σημαντική δημοσιονομική εξυγίανση.
Οι κινήσεις αυτές υποστηρίζονται από ανεξάρτητους αναλυτές: η Scope Ratings αναφέρει ότι η Ελλάδα ανακοίνωσε ότι θα αποπληρώσει τα εναπομείναντα 31,6 δισ. ευρώ από τα GLF δάνεια έως το 2031, δέκα χρόνια νωρίτερα από τον αρχικό σχεδιασμό.
Επιπλέον, σύμφωνα με το Reuters, η κυβέρνηση πρότεινε ότι θα διοχετεύσει 5 δισ. ευρώ ετησίως προκειμένου να εξοφλήσει τα GLF δάνεια άμεσα, αξιοποιώντας ταμειακά αποθέματα ύψους 37 δισ. ευρώ, ισχυρά πρωτογενή πλεονάσματα και εκδόσεις νέων ομολόγων.
Η Ευρωπαϊκή Σταθερότητα (ESM) και η EFSF συμφώνησαν να παραχωρήσουν «waivers», δηλαδή να μην απαιτήσουν από την Ελλάδα να πληρώσει κατευθείαν ποσά που κανονικά θα έπρεπε να αποπληρώσει σε αυτές ως αποτέλεσμα της πρόωρης αποπληρωμής άλλων δανείων.
Στο προσχέδιο του προϋπολογισμού, επισημαίνεται ότι η Ελλάδα «θα χάσει τον τίτλο της πλέον χρεωμένης χώρας στην Ε.Ε. ήδη από το 2029», αν η πορεία αυτή συνεχιστεί.
Προκλήσεις και παράγοντες κινδύνου
Παρά τη στρατηγική αυτή, υπάρχουν θεμελιώδεις προκλήσεις. Η εξάρτηση από πρωτογενή πλεονάσματα υψηλής αξίας σε σταθερή βάση δεν είναι δεδομένη. Αν οι διεθνείς συνθήκες αλλάξουν, ο δανεισμός μπορεί να γίνει πιο ακριβός ή να περιοριστεί.
Επιπλέον, η αναχρηματοδότηση μέρους του χρέους που εξοφλείται πρόωρα πρέπει να γίνει με συνέπεια και σε συνθήκες χαμηλού επιτοκίου. μια λανθασμένη κίνηση ενδέχεται να οδηγήσει σε πίεση στο κόστος εξυπηρέτησης του υπολοίπου.
Τέλος, η υλοποίηση της στρατηγικής εξαρτάται από τη συνέχιση της δημοσιονομικής πειθαρχίας και των μεταρρυθμιστικών πολιτικών, ώστε να διασφαλιστεί ότι η αποκλιμάκωση του χρέους δεν θα ανακοπεί από νέες κρίσεις ή παροχές χωρίς κάλυψη.