Μετά από μια δεκαετία αποεπένδυσης που φρέναρε τις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας, η ελληνική οικονομία μπαίνει σταδιακά σε επενδυτική τροχιά ανάκαμψης. Σύμφωνα με την ανάλυση «7 Ημέρες Οικονομία» της Eurobank, η περίοδος 2022–2024 σηματοδοτεί την επιστροφή των καθαρών επενδύσεων παγίων σε θετικά επίπεδα, αλλά η πλήρης αναπλήρωση των απωλειών από την κρίση παραμένει ακόμη ζητούμενο.
Eurobank: Η υπεραπόδοση του Προϋπολογισμού φέρνει δημοσιονομικό χώρο 2 δισ. ευρώ
Τα χρόνια της υποεπένδυσης
Η περίοδος 2010–2021 χαρακτηρίστηκε από διαρκώς αρνητικές καθαρές επενδύσεις παγίων. Το φαινόμενο αυτό, απότοκο της δημοσιονομικής κρίσης και της κατακόρυφης μείωσης επενδύσεων σε κατοικίες, είχε ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να χάσει φυσικό κεφάλαιο αξίας €88,7 δισ. σε τρέχουσες τιμές — ποσό που αντιστοιχεί σε συρρίκνωση 10,2% σε σταθερές τιμές. Οι μεγαλύτερες απώλειες ήρθαν από τα νοικοκυριά, με μείωση €53,1 δισ., κυρίως λόγω κατάρρευσης της οικιστικής δραστηριότητας.
2022–2024: Τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης
Η επενδυτική κόπωση φαίνεται πως αντιστρέφεται από το 2022. Με ώθηση από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ), οι επενδύσεις παγίων άγγιξαν το 15,3% του ΑΕΠ το 2024 (έναντι 11,0% το 2019). Για πρώτη φορά από το 2009, οι καθαρές επενδύσεις παγίων επανήλθαν σε θετικό πρόσημο, ενισχύοντας τον παραγωγικό ιστό της χώρας.
Ωστόσο, σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα, το φυσικό κεφάλαιο παραμένει μειωμένο κατά €75,5 δισ. Σε όρους μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων και γενικής κυβέρνησης, το κενό ανέρχεται στα €19,0 δισ. — ποσό που πρέπει να καλυφθεί μέσω νέων καθαρών επενδύσεων τα επόμενα χρόνια.
Αύξηση της παραγωγικότητας και όχι μόνο κεφάλαια το κλειδί της ανάπτυξης
Παρά την επενδυτική αναθέρμανση, η ελληνική οικονομία παλεύει με χαμηλή παραγωγικότητα. Την περίοδο 2017–2024, η μέση ετήσια αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας ήταν μόλις 0,3%, έναντι 1,8% της προστιθέμενης αξίας και 1,6% των συνολικών ωρών εργασίας. Μόνο συγκεκριμένοι κλάδοι —μεταποίηση, κατασκευές, άλλες υπηρεσίες— παρουσίασαν αξιοσημείωτη αύξηση.
Αντιθέτως, η γεωργία, ο τουριστικός τομέας (εμπόριο, μεταφορές, καταλύματα), αλλά και ο δημόσιος τομέας, καταγράφουν πτώση στην παραγωγικότητα, σηματοδοτώντας ανάγκη για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και στοχευμένες πολιτικές εκσυγχρονισμού.
Η μεγάλη πρόκληση των επόμενων βημάτων
Η ελληνική οικονομία σημειώνει θετικό ρυθμό ανάπτυξης (+2,6% YoY το Q4 2024), πτώση ανεργίας στο 9,0% και σταθεροποίηση του πληθωρισμού στο 2,6%. Τα μακροοικονομικά μεγέθη δείχνουν δυναμική, αλλά και ευθραυστότητα.
Το στοίχημα για τα επόμενα χρόνια, σύμφωνα με την ανάλυση, είναι διττό:
- πρώτον, να διατηρηθεί η ανοδική πορεία των καθαρών επενδύσεων ώστε να καλυφθεί το επενδυτικό έλλειμμα της προηγούμενης δεκαετίας
- δεύτερον, να στραφεί η αναπτυξιακή πολιτική στην παραγωγικότητα, ενισχύοντας την ποιότητα του κεφαλαίου και της εργασίας, και όχι μόνο την ποσότητά τους.