ACER: Σταθερό το φυσικό αέριο στη χονδρική, αλλά όχι στους λογαριασμούς – Γιατί η Ελλάδα πληρώνει ακριβότερα
Η ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου εμφάνισε σημάδια ανάκαμψης το δεύτερο τρίμηνο του 2025, όπως δείχνουν οι δύο πρόσφατες εκθέσεις του ACER. Η σταθεροποίηση των τιμών στη χονδρική αγορά και οι ιστορικά υψηλές εισροές LNG δεν είχαν όμως τον ίδιο αντίκτυπο σε όλα τα κράτη-μέλη. Στην Ελλάδα, η απόκλιση μεταξύ χονδρικής και λιανικής παραμένει έντονη, αφήνοντας τα νοικοκυριά αντιμέτωπα με υψηλές δαπάνες.
Σύμφωνα με την έκθεση «Key Developments in European Gas Wholesale Markets – Q2 2025», το TTF (Title Transfer Facility) υποχώρησε αισθητά, ενισχυμένο από ρεκόρ αφίξεων LNG την άνοιξη του 2025. Την ίδια στιγμή, η έκθεση “Retail Monitoring Report – Country Sheets – Gas” καταγράφει για την Ελλάδα τιμή λιανικής στα 13,6 λεπτά/KWh, μία από τις υψηλότερες στην ΕΕ. Η ετήσια δαπάνη για φυσικό αέριο ανά νοικοκυριό φτάνει τα 612 ευρώ, ξεπερνώντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Δομικά προβλήματα στην ελληνική αγορά: Γιατί δεν φτάνει η αποκλιμάκωση στους λογαριασμούς
Η επιμονή των υψηλών τιμών λιανικής στην Ελλάδα, παρά την αποκλιμάκωση της χονδρικής τιμής φυσικού αερίου, δεν είναι τυχαία. Οφείλεται σε μια σειρά από δομικές στρεβλώσεις και χρόνιες αδυναμίες της εγχώριας αγοράς, οι οποίες αναδεικνύονται στις εκθέσεις του ACER, αλλά και επιβεβαιώνονται από πλήθος αναλύσεων της ΡΑΑΕΥ και ενεργειακών φορέων.
1. Υψηλή συγκέντρωση στην προμήθεια -Περιορισμένος ανταγωνισμός
Η ελληνική αγορά φυσικού αερίου χαρακτηρίζεται από υπερσυγκέντρωση. Ο δείκτης HHI (Herfindahl-Hirschman Index), που μετρά τον βαθμό συγκέντρωσης στην αγορά, υπερβαίνει το όριο των 4.000 μονάδων, το οποίο υποδηλώνει ολιγοπωλιακή δομή. Στην πράξη, λιγότεροι από τρεις προμηθευτές κατέχουν το 90% της αγοράς για οικιακούς πελάτες.
Αυτό περιορίζει την πίεση ανταγωνισμού προς μείωση τιμών, καθώς η αγοραστική επιλογή του καταναλωτή δεν μεταφράζεται σε πραγματικό leverage διαπραγμάτευσης.
2. Ασθενής κινητικότητα καταναλωτών (switching rate)
Το ποσοστό των πελατών που αλλάζουν πάροχο (switching rate) βρίσκεται κάτω από το 1% ετησίως, έναντι ευρωπαϊκού μέσου όρου που υπερβαίνει το 10%. Αυτό σημαίνει ότι η μεγάλη πλειονότητα των καταναλωτών παραμένει παγιδευμένη στους υφιστάμενους όρους συμβολαίων, ακόμα κι αν υπάρχουν πιο φθηνές ή ανταγωνιστικές εναλλακτικές.
Η έλλειψη ενημέρωσης, η απουσία εύχρηστων εργαλείων σύγκρισης, αλλά και η δυσπιστία απέναντι στις αλλαγές συμβάλλουν σε αυτή την αδρανή δυναμική.
3. Καθυστερημένη προσαρμογή των τιμολογίων
Τα οικιακά τιμολόγια στην Ελλάδα παραμένουν κατά βάση σταθερά ή ημι-ρυθμιζόμενα, με περιορισμένο μερίδιο ευέλικτων ή floating συμβολαίων που συνδέονται άμεσα με τις τιμές TTF ή LNG spot. Έτσι, όταν πέφτει η χονδρική τιμή, οι καταναλωτές δεν βλέπουν αντίστοιχες μειώσεις στους λογαριασμούς τους.
Σύμφωνα με την ACER, η χρονική καθυστέρηση μετακύλισης της τιμής (pass-through delay) στην Ελλάδα ξεπερνά τους τρεις μήνες, όταν σε άλλες χώρες της Δυτικής Ευρώπης είναι λιγότερο από έναν μήνα.
4. Περιορισμένες υποδομές και ροές διανομής
Παρότι η Ελλάδα διαθέτει κρίσιμες υποδομές LNG (Ρεβυθούσα και πλέον και Αλεξανδρούπολη), η ενδοχώρα παρουσιάζει υποδομικές αδυναμίες στη διανομή φυσικού αερίου: έλλειψη αγωγών σε κρίσιμες περιοχές, ασύμμετρη κάλυψη μεταξύ Βορρά–Νότου, και μικρή αποθηκευτική ικανότητα, η οποία περιορίζει την εποχική εξομάλυνση τιμών.
Αποτέλεσμα: μεγαλύτερη έκθεση στην εποχικότητα των τιμών και μικρότερη ελαστικότητα απέναντι σε διακυμάνσεις.
5. Ανεπαρκής ρύθμιση και εποπτεία των τιμολογιακών πρακτικών
Η ρυθμιστική αρχή ενέργειας (ΡΑΑΕΥ), αν και ενεργή στην παρακολούθηση των τιμών, δεν επιβάλλει πλαίσιο διαφάνειας τιμολόγησης ανά συμβόλαιο. Αυτό επιτρέπει στους παρόχους να συντηρούν τιμές πάνω από το αναγκαίο επίπεδο, επικαλούμενοι είτε κόστη κινδύνου είτε μελλοντικές διακυμάνσεις.
Ταυτόχρονα, δεν υφίσταται διακριτός μηχανισμός καταγγελιών ή γρήγορης παρέμβασης για καταχρηστικές πρακτικές στην προμήθεια, κάτι που καθιστά την αγορά μη ελκυστική για μικρότερους, ευέλικτους παρόχους.
Οι «κερδισμένοι» του LNG
Αντίθετα, χώρες όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Ολλανδία επωφελήθηκαν από τη σταθεροποίηση των τιμών. Η Ιταλία προσέλκυσε φορτία LNG τιμολογώντας premium, ενισχύοντας τη σταθερότητα. Τα υψηλά ποσοστά switching και η διείσδυση ευέλικτων συμβολαίων βοήθησαν στη μεταφορά των οφελών στους καταναλωτές.
Η Ελλάδα στην άκρη της Ευρώπης… και των ωφελειών
Παρά την ύπαρξη των τερματικών LNG σε Ρεβυθούσα και Αλεξανδρούπολη και το διακρατικό έργο Trans-Balkan Super Bundled Product, η Ελλάδα δεν είδε ουσιαστική μείωση στις τελικές τιμές. Οι περιορισμένες υποδομές αποθήκευσης, το στατικό ρυθμιστικό πλαίσιο και η χαμηλή καταναλωτική κινητικότητα αναχαιτίζουν τη λειτουργία της αγοράς υπέρ του καταναλωτή.
Η περίπτωση της Ελλάδας αναδεικνύει ότι οι χαμηλές διεθνείς τιμές δεν αρκούν από μόνες τους για να ελαφρύνουν τους καταναλωτές. Απαιτείται στρατηγική ενίσχυσης του ανταγωνισμού, επενδύσεις στις υποδομές και κανονιστικό πλαίσιο που να ενθαρρύνει τη διαφάνεια και την κινητικότητα. Μόνο έτσι η ενεργειακή αγορά μπορεί να καταστεί πραγματικά λειτουργική και κοινωνικά δίκαιη.
Ολόκληρη η έκθεση της ACER «Key Developments in European Gas Wholesale Markets – Q2 2025»