Τα συμπεράσματα των διερευνητών του ΕΟΔΑΣΑΑΜ – Τι λέει το πόρισμα των 178 σελίδων
Η διαχρονική επιλογή του ελληνικού κράτους να αντιμετωπίζει τον σιδηρόδρομο σαν αποπαίδι, η απουσία συστημάτων ασφαλείας που συνέβαλε καθοριστικά στον θάνατο των 57 συνανθρώπων μας και η «Βαβέλ» στον τόπο του δυστυχήματος που σκέπασε τα στοιχεία, αναδείχθηκαν από το πόρισμα που παρουσίασε εχθές ο Εθνικός Οργανισμός Διερεύνησης Αεροπορικών και Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων και Ασφάλειας Μεταφορών (ΕΟΔΑΣΑΑΜ). Με τη συμπλήρωση, σήμερα, δύο ετών από τη μεγάλη τραγωδία, επισφραγίζεται ότι τα ελληνικά τρένα δεν ήταν προφανώς ασφαλή το 2023, αλλά δεν είναι ούτε σήμερα.
Είναι χαρακτηριστική η αποστροφή του προέδρου του σιδηροδρομικού τομέα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ, κ. Χρήστου Παπαδημητρίου, ότι «είναι πασιφανές και μην κρυβόμαστε, όταν κάνεις 17 συστάσεις ασφαλείας, δεν είμαστε στην Ιαπωνία όπου δεν θα είχαμε κάνει 17 συστάσεις. Είναι επίσης πασιφανές ότι για να σκοτώθηκαν αυτά τα παιδιά, το 2023 ο σιδηρόδρομος δεν ήταν ασφαλής». Πρόκειται για τις 17 συστάσεις στις οποίες προχώρησε ο οργανισμός μετά τη διερεύνηση του δυστυχήματος, και οι οποίες αφορούν όλους τους εμπλεκόμενους, ΟΣΕ, Hellenic Train, ΡΑΣ, πολιτεία, αλλά και τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Σιδηροδρόμων (ERA).
Αναφέρθηκαν, δε, όλοι με σκληρά λόγια στην κωλυσιεργία της ελληνική πολιτείας ως προς τη σύσταση του ανεξάρτητου φορέα διερεύνησης, που αποτελεί ευρωπαϊκή υποχρέωση από το 2004, αποδίδοντας ακριβώς στην απουσία του την απώλεια στοιχείων ζωτικής σημασίας για την έρευνα. Ως αποτέλεσμα, ενώ το πόρισμα καταλήγει στην παρουσία «άγνωστου εύφλεκτου υλικού» της τάξης των 2,5 τόνων ως το πιθανότερο σενάριο, μέσα από τεχνικές εκθέσεις άνω των τριών φορέων, λόγω της αλλοίωσης του πεδίου έχει σταθεί αδύνατον -μέχρι σήμερα τουλάχιστον- να εντοπισθεί ποιο είναι αυτό.
Η καταστροφή κρίσιμων στοιχείων
«Δεν τιμά το ελληνικό κράτος η ανυπαρξία του Οργανισμού τη βραδιά της 28ης Φεβρουαρίου του 2023, ανυπαρξία που δημιούργησε σοβαρά προβλήματα στη διερεύνηση, διότι η έλλειψή μας και η μη ιεροποίηση του χώρου του ατυχήματος δημιούργησε απώλεια σοβαρών στοιχείων», υπογράμμισε ο κ. Παπαδημητρίου.
Όπως αποτυπώνεται αναλυτικά στο πόρισμα, αμέσως μετά τη σύγκρουση των τρένων επικράτησε στον τόπο της τραγωδίας, μία επικοινωνιακή «Βαβέλ» με κάθε υπηρεσία να δρα κατά το δοκούν, χωρίς έναν κεντρικό συντονισμό, αλλά και χωρίς να έχει δει κανείς τον ανακριτή στο σημείο του δυστυχήματος το πρώτο 24ωρο, όπου όποιος ήθελε έμπαινε και όποιος ήθελε έβγαινε.
Η αποστροφή του κ. Accou με την οποία απέδωσε την αλλοίωση του χώρου σε «έλλειψη γνώσης και προετοιμασίας από τις υπηρεσίες που βρέθηκαν εκεί», εκτιμώντας ότι «έκαναν ό,τι καλύτερο μπορούσαν, αλλά δεν είχαν την εμπειρία», προκάλεσε αντιδράσεις από τους δικηγόρους οικογενειών. Ο ίδιος έσπευσε να διευκρινίσει ότι υπάρχουν διαφορετικά επίπεδα ευθύνης και πρέπει να γίνει διαχωρισμός για την ατομική ευθύνη και την ευθύνη διοργάνωσης αυτού του πλαισίου.
Από την πλευρά του, ο κ. Παπαδημητρίου ξεκαθάρισε πως «η καταστροφή των στοιχείων, εφόσον καλύφθηκαν σε τρεις ημέρες, ήταν αυτό που δεν έπρεπε να συμβεί. Το καταδικάζουμε».
Ως προς τον ρόλο των κυβερνητικών αξιωματούχων, στο πόρισμα σημειώνεται ότι: «Η κυβέρνηση ήταν παρούσα στο σημείο από τις πρώτες ώρες μετά το ατύχημα με εν ενεργεία Υπουργούς και Γενικούς Γραμματείς διαφορετικών υπουργείων, αλλά όλοι λειτουργούσαν σε ρόλο «παρατηρητή», χωρίς κάποιος να ενεργεί με επίσημο τρόπο να εκδίδει εντολές».

«Στοιχεία» 29 ημερών
Από τις εισαγωγικές παρατηρήσεις, ξεκαθαρίζεται ότι «πολλές πληροφορίες που θα έπρεπε να είχαν συλλεχθεί έγκαιρα, έχουν χαθεί λόγω της διαφορετικής οπτικής των διαφόρων οργανισμών διερεύνησης». Σημειώνεται, επίσης, ότι μια σειρά ενεργειών αναλήφθηκαν μόνο μετά από συγκεκριμένες απαιτήσεις των οικογενειών των θυμάτων, όπως για παράδειγμα η δειγματοληψία και η χημική ανάλυση έγιναν 29 ημέρες μετά το ατύχημα.
Όσον αφορά τα τρία βίντεο που ήρθαν πρόσφατα στη δημοσιότητα, αυτά δεδομένου ότι δεν έχει πιστοποιηθεί η γνησιότητά τους αυτά δεν έχουν παραδοθεί στον ΕΟΔΑΣΑΑΜ. Εκκρεμούν και τα αποτελέσματα της ανάλυσης των δειγμάτων από τα καθίσματα του τρένου από το εργαστήριο RST της Γερμανίας, ως προς την ευφλεκτότητα και την καταλληλότητα των υλικών τους.
Καταρρίπτοντας, όμως, το επιχείρημα ότι η απουσία των συστημάτων ασφαλείας δεν έχει αιτιώδη συνάφεια με το δυστύχημα, στο πόρισμα αναφέρεται ότι πέρα από το καθ’ αυτό αντικείμενο της διερεύνησης, «εξετάστηκαν και άλλα στοιχεία που σίγουρα επηρέασαν το πλαίσιο εντός του οποίου θα μπορούσε να συμβεί αυτό το ατύχημα (εξέλιξη της σύμβασης 717, χρηματοδότηση συντήρηση, εθνικοί και ευρωπαϊκοί μηχανισμοί ελέγχου)».
«Η παραδοχή ότι έπρεπε να έχει παραδοθεί η 717 το 2016 και η καθυστέρηση στην ολοκλήρωσή της συνεισέφερε αποφασιστικά στο δυστύχημα αυτό καθ’ αυτό είναι δεδομένη», εξήγησε ο κ. Παπαδημητρίου, ενώ εκφράζοντας την προσωπική του άποψη, είπε χαρακτηριστικά «όλοι αυτοί που καθυστέρησαν την 717, και δεν μιλάμε για τα απλά στελέχη της ΕΡΓΟΣΕ αλλά για την ανώτερη ηγεσία, έχουν συμβάλλει αποφασιστικά στο να σκοτωθούν αυτά τα παιδιά».
Πώς προκλήθηκε η πυρόσφαιρα;
«Η αυτοψία του τόπου του δυστυχήματος δεν έγινε με τον τρόπο που έπρεπε, ώστε να μπορέσουμε μετά να προσδιορίσουμε τον τύπο του καυσίμου που μεταφερόταν και προκάλεσε την πυρόσφαιρα. Το μόνο που μπορούμε να πούμε, μετά την έρευνα, είναι ότι αυτό που επίσημα μεταφερόταν και οι μηχανές του τρένου δεν μπορεί να δικαιολογήσουν αυτή την πυρόσφαιρα», είπε ο κ. Bart Accou, head of unit Safety & Operations του ERA, που συνέδραμε καθοριστικά το έργο της επιτροπής.
Μέσα από το υλικό των τριών βίντεο που είναι στη διάθεση των αρχών, βίντεο που τράβηξαν οι ίδιοι οι επιβαίνοντες στο τρένο, αυτοψιών, χημικών ελέγχων, τεχνικών εκθέσεων αναγνωρισμένων ιδρυμάτων, οι διερευνητές καταλήγουν ότι η εξέλιξη της πυρκαγιάς έγινε σε τρία στάδια, με την πρώτη ανάφλεξη να φτάνει στα 40 μέτρα, ενώ στο δεύτερο στάδιο έφτασε για 10 δευτερόλεπτα και στα 80 μέτρα.
Περιγράφοντας αναλυτικά και με τεχνικές λεπτομέρειες τα ευρήματα, η επιτροπή καταλήξει στην εξής διατύπωση: «Όταν ακολουθούμε τη λογική αυτών των παρατηρήσεων, είναι πολύ απίθανο η ατμομηχανή και ο μετασχηματιστής της που είναι γεμάτος με έλαια σιλικόνης να έπαιξαν πρωταρχικό ρόλο στην πυρκαγιά των σταδίων 2 και 3».
Αφού εξέτασαν, λοιπόν, τα γνωστά υλικά και τον εξοπλισμό των δύο τρένων, έφτασαν στην πιο πιθανή εξήγηση που φαίνεται να είναι «ένας άγνωστος όγκος υγρού καυσίμου», το οποίο μετά από σειρά προσομοιώσεων από το Πανεπιστήμιο της Γάνδης προσδιορίζεται ως εξής: «Η μάζα αυτού του εύφλεκτου υγρού έχει υπολογιστεί, μέσω της μοντελοποίησης CFD, της τάξης μεγέθους των 2,5 τόνων. Μέχρι στιγμής, η έρευνα δεν έχει εντοπίσει καμία ουσία, με τις ιδιότητες και τη συνολική μάζα που είναι γνωστό ότι υπήρχε στο τροχαίο υλικό, που θα μπορούσε να έχει αυτόν τον ρόλο».