Τριετίες: Πάνω από 500.000 εργαζόμενοι που προσελήφθησαν με τον κατώτατο μισθό τις περιόδους 2021-24 «ξεκλειδώνουν» το 2027 μισθούς πάνω από 1.000 ευρώ, με δεδομένο ότι μαζί με τις αυξήσεις της διετίας θα λάβουν επιπλέον 10% από το κλείσιμο τριετίας στην ίδια επιχείρηση.
Εκτιμάται ότι το ξεπάγωμα των τριετιών, που μέσα στο έτος ωφέλησε 100.000 εργαζόμενους, το 2025 θα αφορά ακόμη 250.000 περιπτώσεις που συμπληρώνουν τριετία και άρα δικαιούνται επιπλέον προσαύξηση 10%, ενώ το μεγάλο άνοιγμα θα γίνει τον Ιανουάριο του 2027 για όσους κλείνουν τριετία. Έτσι, με τις τρεις αυξήσεις του 2025-27 και την τριετία, το 2027 ο κατώτατος στο πρώτο κλιμάκιο θα κυμαίνεται μεικτά στα 1.045 ευρώ και στα 1.149,5 ευρώ με ένα παιδί.
Να σημειωθεί ότι για τους εργαζόμενους που αμείβονται με μισθούς μεγαλύτερους από τα οριζόμενα στον κατώτατο με τις τριετίες, οι εργοδότες δεν είναι υποχρεωμένοι να δώσουν επιπλέον αύξηση, αλλά μπορούν να συμψηφίσουν τις αυξήσεις αυτές με τους υπάρχοντες μισθούς.
Σύμφωνα με τη νομοθεσία, η προϋπηρεσία κάθε εργαζομένου, που είχε προσληφθεί πριν από τη 14η.2.2012, όπως η προϋπηρεσία αυτή είχε διαμορφωθεί τη 14η.2.2012, οπότε και ανεστάλη η συμπλήρωσή της, συνεχίζει να συμπληρώνεται μετά την 1η.1.2024.
Ειδικώς για την προσαύξηση λόγω προϋπηρεσίας σε όσους εργαζόμενους αμείβονται με τον κατώτατο νομοθετημένο μισθό (780 ευρώ) ή ημερομίσθιο, ως χρόνος προϋπηρεσίας αναγνωρίζεται ο χρόνος εξαρτημένης σύμβασης ή σχέσης εργασίας, που έχει διανυθεί σε οποιονδήποτε εργοδότη και σε οποιαδήποτε ειδικότητα πριν από τη 14η.2.2012 και μετά την 1η.1.2024.
Οι αλλαγές από το 2028 σε τριετίες και κατώτατο
Οι αλλαγές που προτείνεται στο νέο θεσμικό πλαίσιο για τους μισθούς και θα ισχύσει για τις αυξήσεις από το 2028 είναι η αναπροσαρμογή του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και ημερομισθίου να γίνεται αυτόματα, με βάση συντελεστή.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας που τέθηκε χτες σε δημόσια διαβούλευση, ο μαθηματικός τύπος που θα χρησιμοποιείται για την αύξηση του κατώτατου μισθού προκύπτει ως εξής: (Ποσοστό μεταβολής του Κατώτατου Μισθού) = (Ποσοστό μεταβολής του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή για τα νοικοκυριά στο χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κατανομής) + [(Ποσοστό μεταβολής της αγοραστικής δύναμης του Γενικού Δείκτη Μισθών)/2]
Το ποσοστό της ετήσιας αύξησης του κατώτατου μισθού θα είναι το άθροισμα αφενός του ετήσιου ποσοστού μεταβολής του δείκτη τιμών καταναλωτή, ειδικά για τα νοικοκυριά στο χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κατανομής, και αφετέρου του μισού του ετήσιου ποσοστού μεταβολής της αγοραστικής δύναμης του γενικού δείκτη μισθών κατά την ίδια χρονική περίοδο. Με απλά λόγια, θα λαμβάνεται υπόψη η ακρίβεια για τα νοικοκυριά στο χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κατανομής και η αύξηση της παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας.
Ο μαθηματικός τύπος για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού έχει ως βάση το γαλλικό μοντέλο και λαμβάνει υπόψη αντικειμενικά και διαφανή οικονομικά στοιχεία, ενώ και άλλες χώρες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο και η Ολλανδία, εφαρμόζουν παρόμοια συστήματα.
Οι σχετικοί δείκτες θα υπολογίζονται από την ΕΛΣΤΑΤ, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη στο σύστημα.
Η ΓΣΕΕ για κατώτατο και τριετίες
Η ΓΣΕΕ με επιστολή της προς την κ. Κεραμέως εξέφραζε προ ημέρων την πλήρη διαφωνία της με τις προτάσεις της επιτροπής για τον κατώτατο μισθό και ζητεί τη θεσμοθέτηση στην καθολικότητα της ισχύος και στη δεσμευτικότητα του συνόλου των όρων (μισθολογικών και μη) της Εθνικής Σύμβασης, που θα καθορίζεται κατόπιν διαπραγματεύσεων μεταξύ των κορυφαίων οργανώσεων εργαζομένων και εργοδοτών.
Η ΓΣΕΕ θεωρεί ότι η πρόταση της επιτροπής δεν υπηρετεί τον στόχο της προώθησης των συλλογικών διαπραγματεύσεων που επιτάσσει κοινοτικός νομοθέτης.
Όσον αφορά την πρόταση για τη δυνατότητα εισαγωγής συστήματος αυτόματης αναπροσαρμογής των νομοθετικά καθοριζόμενων κατώτατων μισθών, επισημαίνει οτι οι κοινωνικοί εταίροι περιορίζονται σε απλό συμβουλευτικό ρόλο, χωρίς ουσιαστικές-αποφασιστικές αρμοδιότητες, ενώ αγνοεί πλήρως στοιχεία και δείκτες που αφορούν το μέγεθος της οικονομικής υστέρησης των Ελλήνων και τη διαβίωση μεγάλης μερίδας των Ελλήνων κάτω από το όριο της φτώχειας και τα όρια αξιοπρεπούς διαβίωσης, που θέτουν ως απαραβίαστο όριο τόσο η Οδηγία όσο και τα ανώτατα δικαστήρια, ευρωπαϊκά και εθνικά.
Είναι ακόμη χαρακτηριστικό ότι το πόρισμα της επιτροπής, κατά την εφαρμογή του συστήματος της αυτόματης αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού προβλέπει πλήθος εξαιρέσεων, που μπορούν να οδηγήσουν στο πάγωμά του.